|
|
|
|
|
|
Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα τον Αύγουστο. Ξεκινήσαμε για το αεροδρόμιο. Όταν φτάσαμε περιμέναμε στη σειρά μας για να δώσουμε τις βαλίτσες. Ήρθε η σειρά μας. Δώσαμε τις βαλίτσες και δείξαμε τα εισιτήρια. Ύστερα πήγαμε στο θάλαμο αναμονής τρία. Περιμέναμε. Ήρθε η ώρα που θα πηγαίναμε στο αεροπλάνο. Ένα λεωφορείο μας πήγε κοντά σ' αυτό. Ανεβήκαμε τη σκάλα και μπήκαμε μέσα. Οι αεροσυνοδοί μας υποδέχτηκαν. Μέσα στο αεροπλάνο υπήρχε ένας στενός διάδρομος, δεξιά και αριστερά καθίσματα και από πάνω ντουλάπια που βάζουν τις τσάντες. Καθίσαμε στις θέσεις και περιμέναμε κι εκεί λίγη ώρα. Μετά δυνάμωσε τη μηχανή του κι άρχισε να κυλάει πρώτα σι
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
νε ότι μπορούσαμε να βγάλουμε τη ζώνη. Ταυτόχρονα κατάλαβα ότι δεν ανεβαίναμε άλλο. Κοίταξα έξω. Όλα φαινόταν σαν μερμηγκάκια. Όταν περνούσαμε μέσα από τα σύννεφα δεν φαινόταν ούτε νησιά, ούτε πόλεις, τίποτε από στεριά και θάλασσα. Μετά από κάποια ώρα αρχίσαμε να κατεβαίνουμε. Σιγά σιγά τα πράγματα έξω έπαιρναν το κανονικό τους μέγεθος, την κανονική τους μορφή. Ώσπου προσγειωθήκαμε. Όλοι οι επιβάτες ενθουσιασμένοι χειροκροτούσαν. Ήταν το πρώτο μου ταξίδι με αεροπλάνο. Ξίπα Χαρά Μαθήτρια Δ΄ Τάξης
|
|
|
|
|
|
|